Ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, γεννήθηκε το 1782 στο χωριό Τουρκολέκα Μεγαλόπολης και ήταν γιος του κλέφτη Σταματέλου Τουρκολέκα και της Σοφίας Καρούτσου, αδελφής της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Κατά μία άλλη εκδοχή, γεννήθηκε το 1784 στο χωριό Νέδουσα Μεσσηνίας. Σε ηλικία 11 χρονών βγήκε στο κλαρί με την ομάδα του πατέρα του και στη συνέχεια εντάχθηκε στο σώμα του πρωτοκλέφτη Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, του οποίου αργότερα παντρεύτηκε την κόρη Αγγελίνα.
Η ανδρεία και τα σωματικά του προσόντα τον οδήγησαν το 1805 στη ρωσοκρατούμενη τότε Ζάκυνθο. Εκεί εντάχθηκε στο ρωσικό τάγμα, που πολέμησε τον Ναπολέοντα στην Ιταλία. Αργότερα, επέστρεψε στη Ζάκυνθο για να υπηρετήσει αυτή τη φορά τους Γάλλους, που είχαν καταλάβει το νησί. Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Με τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα συνέβαλε στην προετοιμασία του Εθνικού Ξεσηκωμού και στις 23 Μαρτίου 1821 μπήκε στην Καλαμάτα μαζί με τους άλλους στρατιωτικούς αρχηγούς.
Από την αρχή ενστερνίσθηκε το στρατηγικό σχέδιο του Κολοκοτρώνη για την κατάληψη της Τριπολιτσάς και πήρε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις για την κατάληψη του διοικητικού κέντρο των Οθωμανών στην Πελοπόννησο. Διακρίθηκε στη Μάχη του Βαλτετσίου (12 Μαΐου 1821), ενώ αποφασιστική ήταν η συμβολή του στη Μάχη των Δολιανών (18 Μαΐου 1821), όπου ανέδειξε στο έπακρο τις στρατιωτικές του ικανότητες. Επικεφαλής μόλις 600 ανδρών κατανίκησε τον στρατό του Κεχαγιάμπεη που ανήρχετο σε 6.000 άνδρες και σχεδόν τον αποδεκάτισε. Γι’ αυτόν τον πραγματικό του άθλο, οι συμπολεμιστές του τον ονόμασαν «Τουρκοφάγο».
Μέχρι το τέλος του Αγώνα ο Νικηταράς ήταν στην πρώτη γραμμή, πολεμώντας είτε στην Πελοπόννησο είτε στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, όπου συνεργάστηκε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Γεώργιο Καραΐσκάκη. Πήρε μέρος στην Άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) και ήταν από τους λίγους αρχηγούς που αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διανομή των λαφύρων.
Διακρίθηκε στη Μάχη του Αγιονορίου (26-28 Ιουλίου 1822), που αποτελείωσε τη στρατιά του Δράμαλη δύο μέρες μετά τη Μάχη στα Δερβανάκια. Η ανιδιοτέλεια του ανδρός φάνηκε για μία ακόμη φορά, όταν από το πλήθος των λαφύρων της μάχης πείστηκε να δεχθεί ένα πανάκριβο σπαθί, το οποίο αργότερα προσέφερε στον έρανο για την ενίσχυση του Μεσολογγίου. Κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, αλλά φρόντισε πάντα να επιδιώκει τον συμβιβασμό και τη συνεννόηση.
Μετά την Απελευθέρωση τάχθηκε στο πλευρό του Καποδίστρια κι έγινε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Κυβερνήτη. Πήρε μέρος στην Δ’ Εθνοσυνέλευση του Άργους (1829), ως πληρεξούσιος του Λεονταρίου. Επί Όθωνος περιέπεσε σε δυσμένεια, επειδή υποστήριζε το αντιπολιτευόμενο Ρωσικό Κόμμα. Προφυλακίστηκε το 1839 ως αρχηγός συνωμοτικής ομάδας, αλλά στη δίκη του (11 Σεπτεμβρίου 1840), αθωώθηκε ελλείψει στοιχείων. Εντούτοις, η κράτησή του παρατάθηκε με αποτέλεσμα να υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη η υγεία του και σχεδόν να τυφλωθεί. Αποφυλακίστηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1841 και αποτραβήχτηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά (η προτομή του έχει τοποθετηθεί στον αύλειο χώρο του Γηροκομείου Πειραιά).
Μετά την εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστρατήγου και έλαβε μία τιμητική σύνταξη, η οποία ήταν ο μόνος πόρος της ζωής του. Το 1847 διορίσθηκε μέλος της Γερουσίας και δύο χρόνια αργότερα, στις 25 Σεπτεμβρίου 1849, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 67 ετών. Ο Νικηταράς απέκτησε δύο κόρες κι ένα γιο, τον Ιωάννη Σταματελόπουλο, που ακολούθησε καριέρα στρατιωτικού. Άφησε Απομνημονεύματα, τα οποία υπαγόρευσε στον εθνικό δικαστή Γεώργιο Τερτσέτη.
Πηγή:© SanSimera.gr
Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 1849.
Ο νεκροθάφτης ρίχνει την πρώτη φτυαριά χώμα στο άψυχο κορμί και λιποθυμάει αναλογιζόμενος ποιος είναι ο νεκρός.
Είναι ο πατριδοφύλακας, είναι ο γενναίος των γενναίων, είναι ο Τουρκοφάγος, είναι ο ήρωας Νικήτας Σταματελόπουλος.
Αυτός που εξόντωσε με στρατό 600 παλληκαριών, τους 6000 Τούρκους του Κεχαγιάμπεη, αυτός που έσπασε 7 σπαθιά στην υπεράνθρωπη προσπάθειά του στα Δερβενάκια, αυτός που μέχρι το τέλος του Αγώνα ήταν στην πρώτη γραμμή, δίπλα στον θείο του, τον Γέρο του Μωριά, αυτός ο Νικηταράς τώρα έχει τα μάτια κλειστά. Αυτός ο Νικηταράς σίγησε για πάντα.
Πρότυπο παλληκαριάς και αρετής. Άνδρας απλός, άκακος, ειλικρινής και τίμιος. Ενώ είχε τρόπους να πλουτίσει όπως και άλλοι οπλαρχηγοί, ο Νικηταράς καταφρόνησε τα λάφυρα. Απέκτησε όμως πλούτο και θησαυρό ανεξάντλητο και πολυτιμότερο, την υπόληψη και τον σεβασμό όλου του Πανελληνίου.
Η πατρίδα όμως δεν ξέρει να τιμάει τα παιδιά της.
Τον Δεκέμβριο του 1839 το οθωνικό κράτος φυλάκισε τον Νικηταρά με την κατηγορία της συνομωσίας κατά του θρόνου…
Όταν αποφυλακίστηκε, ένα χρόνο αργότερα, και τον αντίκρυσε η πολυαγαπημένη του κόρη δεν άντεξε και έχασε τα λογικά της.
Το χιλιοταλαιπωρημένο του κορμί, το βασανισμένο του πρόσωπο, τα θολά πλέον, πρώην γερακίσια μάτια του, εκείνη η περήφανη φουστανέλα, η γεμάτη από το πολύτιμο αίμα του, καθώς κι εκείνο το άλλοτε λευκό πουκάμισο, το καταματωμένο τώρα, έκαναν να σαλέψουν τα λογικά της.
Φωνάζοντας σπαραχτικά: «Τι ωραία που σου πάνε τα κόκκινα πατέρα!» πέρασε στο ομιχλώδες βασίλειο της τρέλας.
Πώς να μη σαλέψει ο νους; Η νεαρή τον έβλεπε καβαλάρη αγέρωχο να ορμά στον εχθρό. Ήξερε την απίστευτη τιμιότητά του. Και αντί να υψώσουν σε βάθρο τον ήρωα πατέρα, τον κομμάτιασαν ανελέητα.
Όταν πλησίαζε το τέλος, ο αθάνατος στρατηγός ζήτησε να θαφτεί δίπλα στον τάφο του θείου του, του Κολοκοτρώνη. Και έτσι έγινε.
Πέρασαν τα χρόνια. Δεν έμεινε κανένας από την οικογένειά του, με αποτέλεσμα να μην ενδιαφερθεί κανείς για τον τάφο του. Και έτσι, αντί εκεί που θάφτηκε να θεωρηθεί από το επίσημο κράτος περιοχή ιερή και να του στήσουν ανδριάντα, ο χώρος χάθηκε.
Σήμερα δεν γνωρίζουμε πού βρίσκονται τα άγια κόκαλά του. Όμως όπως έλεγε ο Περικλής, «Ανδρός επιφανούς, πάσα γη τάφος». Έτσι και για τον μεγάλο Νικηταρά. Όπου και να βρίσκεται θαμμένος, «πάσα γή, πατρίς εστί».
Άλλωστε, ο στρατηγός δεν θα κοιτάξει τον απλό του τάφο, θα κοιτάξει ότι τον σκεπάζει χώμα ελεύθερο, Ελληνικό, για το οποίο αγωνίστηκε τόσο και το οποίο τόσο αγάπησε.
Για εμάς ο Στρατηγός Νικηταράς είναι ένας πολύ ξεχωριστός συγγενής! Μας ενώνει το Ελληνικό αίμα!
Στρατηγέ Νικηταρά,
Δεν σε ξεχνάμε. Σε ευχαριστούμε που υπήρξες, γιατί έτσι υπάρχουμε κι εμείς, έτσι συνεχίζει να υπάρχει το ελληνικό γένος!
Αιωνία σου η μνήμη! Ας είναι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει. Όπου κι αν είναι αυτό. Έτσι κι αλλιώς, εμείς σε κουβαλάμε πάντα μέσα μας, μαζί μας: στην καρδιά μας, στην ψυχή μας, στο είναι μας, στο αίμα μας.
Του Νικηταρά του Τουρκοφάγου αιωνία η μνήμη!
Κείμενο: Μωραΐτες εν Χορώ